Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΤΗΣ ΜΗΛΟΥ
Γράφει ο Κωνσταντίνος Ποταμιάνος, ιστορικός συγγραφέας-ερευνητής
Κατά την μακραίωνη σκλαβιά στους Τούρκους, ξένοι περιηγητές και δήθεν αρχαιόφιλοι γύριζαν κάθε γωνιά της σκλαβωμένης Ελλάδος, φυσικά με οδηγούς τους αρχαίους συγγραφείς, για να βρουν εγκαταλελειμμένες και ξεχασμένες αρχαιότητες για να τις αρπάξουν και να τις μεταφέρουν στις χώρες τους. Φυσικά οι περισσότεροι είχαν βάλει ως στόχους τους τα μεγάλα κέντρα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και μεταξύ τούτων την Αθήνα. Όμως και τα νησιά του Αιγαίου ήταν στο στόχαστρο των αρχαιοκαπήλων, οι οποίοι ενεργούσαν με την βοήθεια των προξενικών ή πρεσβευτικών τους αρχών και φυσικά με την συνδρομή των Τούρκων. Χρέος μας είναι η διεκδίκηση της επιστροφής όλων των κλεμμένων και αρπαγμένων αρχαιοτήτων από τους ξένους κατά τα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς.
Η εύρεση του αγάλματος
Η αρπαγή του περίφημου αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου, που σήμερα κοσμεί το Μουσείο του Λούβρου, είναι μία χαρακτηριστική και ιδιάζουσα ιστορία, που την χαρακτηρίζει η βία που χρησιμοποιήθηκε εναντίον των απλών νησιωτών, των Μηλίων, για την αρπαγή του περίφημου αριστουργήματος, την μεταφορά του στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί στην Γαλλία, όπου παρεδόθη στον τότε Γάλλο βασιλέα Λουδοβίκο ΙΗ'. Το θαυμάσιο αυτό άγαλμα της θεάς της ομορφιάς βρέθηκε υπό τις εξής συνθήκες: Ήταν Μάρτιος του 1820, όταν ένας χωρικός της νήσου Μήλου, σκάβοντας σε μία γωνία του κτήματός του, ανακάλυψε αιφνιδίως τα ερείπια ενός αρχαίου τοίχου. Μετά από λίγο χρόνο, η επίμονη έρευνά του έφερε στο φως ένα ολόκληρο δωμάτιο, μία κρύπτη, μέσα στην οποία βρήκε το άγαλμα της θεάς, μεταξύ δύο άλλων προτομών, οι οποίες σήμερα βρίσκονται επίσης στο Μουσείο του Λούβρου.
Ο χωρικός, που βρήκε το εκπληκτικό αυτό άγαλμα, αν και ήταν αγράμματος, κατάλαβε ότι το εύρημά του άξιζε πολλά χρήματα. Σε αυτό το νησί των Κυκλάδων βρισκόταν τότε ένας «Βαυαρός πρίγκιπας», που έκανε ανασκαφές-φυσικά παράνομες-στο αρχαίο θέατρο της Μήλου, που βρισκόταν σε μικρή απόσταση από το κτήμα του χωρικού, όπου βρέθηκε το άγαλμα της Αφροδίτης. Το νέο έγινε γρήγορα γνωστό, ώστε προκάλεσε το άμεσο ενδιαφέρον του τότε προξενικού πράκτορα της Γαλλίας στην Μήλο Λουΐ (Λουδοβίκου) Μπρεστ. Αυτός είδε το άγαλμα και θαύμασε την τέχνη του. Μετά από λίγες εβδομάδες, την 16η Απριλίου 1820, ένα Γαλλικό πλοίο, που ταξίδευε προς τον Εύξεινο Πόντο, αγκυροβόλησε στην Μήλο. Δύο νεαροί αξιωματικοί αποβιβάσθηκαν στην ξηρά για να αναζητήσουν σπάνια φυτά. Ένας από αυτούς ήταν ο Ντυμόν Ντουρβίλ, ο μετέπειτα περίφημος εξερευνητής και βασιλέας των βοτανολόγων. Ο Γάλλος υποπρόξενος παρέλαβε τότε τους δύο αξιωματικούς κι τους έδειξε το άγαλμα, το οποίο τόσο μεγάλη εντύπωση έκαμε στον Ντουρβίλ, ώστε, όταν αργότερα έφθασε στην Κων/πολη με πολλή επιμονή επίεσε τον εκεί πρεσβευτή της Γαλλίας να αγοράσει το άγαλμα για λογαριασμό της Γαλλίας. Ο πρεσβευτής, μαρκήσιος Ντεριβιέρ, ζήτησε την γνώμη του γηραιού Γάλλου αρχαιολόγου Φωβέλ, ο οποίος διέμενε τότε στην Κων/πολη, και ο οποίος προ πολλών ετών είχε επιστατήσει ως τεχνικός εμπειρογνώμων και κατ' εντολήν του προκατόχου πρεσβευτού , για την αποστολή στην Γαλλία λίγων μικρών τεμαχίων του αετώματος του Παρθενώνος, τα οποία σήμερα ευρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου. Ο Φωβέλ εκηρύχθη υπέρ της εξαγοράς του αγάλματος και ο γραμματεύς της πρεσβείας Ντε Μαρσελλύς απεστάλη με το πολεμικό πλοίο «Εσταφέτ» στην Μήλο για να μεταφέρει το άγαλμα στην Κων/πολη (άρθρο του Αμερικανού καθηγητού Φιλίππου Καρ στην «ΑΚΡΟΠΟΛΙ» της 13ης Μαρτίου 1929, Αρχείο Εφημερίδων της Βουλής).
Στο περιοδικό «ΔΑΝΙΗΛΙΣ» του έτους 1927 αναφέρονται πολύ αξιόλογα στοιχεία για την αρπαγή του αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου, για την οποία έγραψε μελέτη υπό αυτόν τον τίτλο ο Αντώνιος Μηλιαράκης, η οποία δημοσιεύθηκε μετά τον θάνατό του στο 6ο τεύχος της «Μελέτης» του 1907 και απεδείκνυε ότι η Αφροδίτη της Μήλου είχε ευρεθεί να έχει το δεξιό της χέρι να κρατάει μήλο και ότι, ενώ είχε φορτωθεί από τους προύχοντες της νήσου σε Γαλαξειδιώτικο πλοίο, για να αποσταλεί στον Νικόλαο Μουρούζη δραγουμάνο του Οθωμανικού στόλου, απήχθη βιαίως και μετά από μάχη με τους Γάλλους ναύτες του πλοίου «Εσταφέτ» και ότι έφθασε στο Παρίσι χωρίς χέρια.
Η αιματηρή αρπαγή του αρχαίου αριστουργήματος
Την ιστορία της απαγωγής του αγάλματος παραθέτει περιληπτικά ο Αντώνιος Μηλιαράκης, όπως την συνέθεσε αργότερα ο Matterer, υποπλοίαρχος της Chevrette, στηριζόμενος σε διάφορες ειδήσεις.
«Σύμφωνα με αυτές τις ειδήσεις (συνοψίζει ο Μηλιαράκης), όταν ο Μάρκελλος κατέπλευσε στην Μήλο, είδε στην παραλία από το πλοίο «Εσταφέτ» συγκεντρωμένο πλήθος ανθρώπων και υποψιάσθηκε ότι θα επέλθει ρήξη, διότι ο ..Αρμένιος ιερέας (!) {Δεν ήταν ..Αρμένιος, αλλά το επώνυμο του ιερέα «Αρμένης» ωδήγησε τον Γάλλο να υποθέσει ότι ο ιερέας ήταν άλλης εθνικότητος} είχε πολλούς _ο ιερέας-ομοθρήσκους και είπε στον πλοίαρχο Robert: «πρέπει να εξέλθουμε ένοπλοι με είκοσι ναύτες επίσης ενόπλους», πράγμα που έγινε αμέσως. Επιβάσθηκαν σε κέλητα (chaloupe) και βρήκαν τους Μηλίους να ανθίστανται. Ο πλοίαρχος Robert φώναξε: «Ναύτες, πάρτε το άγαλμα και φέρτε το στην λέμβο». Τότε η μάχη (la bataille), όπως γράφει ο Matterer, ή σύρραξη άρχισε, οι δε Γάλλοι με τα ξίφη και τα έκτυπα ρόπαλα κτυπούσαν τους δυστυχείς Μηλίους. Πολλά πλήγματα από ξίφη δέχθηκε στην ράχη του ο ιερέας οικονόμος Βεργής Αρμένης, από το επίθετο δε αυτό ενόμισε ο Matterer ότι ήταν ...Αρμένιος (!!!), απέκοψαν μάλιστα με το σπαθί το αυτί ενός από τους Μηλίους. Φωνές και κραυγές διαπερνούσαν τον αέρα από την μάχη που γινόταν και κατάρες κατά του Μαρκέλλου και του Ροβέρτου και εναντίον και του προξένου Βρεστ, που ήταν παρών εκεί και κρατούσε ξίφος και χοντρό ρόπαλο. Κατά την διάρκεια της συμπλοκής, κατά την οποία έρρευσε και αίμα, άλλοι ναύτες (Γάλλοι) έσυραν το άγαλμα από το Γαλαξειδιώτικο πλοίο, στο οποίο είχε φορτωθεί από τους Μηλίους, για να αποσταλεί στον δραγουμάνο του Οθωμανικού στόλου Νικόλαο Μουρούζη, όπως σε άλλο σημείο εκθέτει ο Μηλιαράκης) και το μετέφεραν στο πλοίο (Εσταφέτ), το οποίο απέπλευσε αμέσως. Αυτήν την συμπλοκή και την δια της βίας αρπαγή του αγάλματος αποσιώπησε ο Μάρκελλος, διότι η πράξη της αρπαγής αντέβαινε στα διεθνή νόμιμα». (Έχει γίνει μεταφορά στην απλή νεοελληνική του κειμένου του Αντ. Μηλιαράκη, που έχει γραφτεί στην απλή καθαρεύουσα. Το κείμενο και οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό έχουν ληφθεί από το περιοδικό ''ΔΑΝΙΗΛΙΣ'' του 1927).
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο αναφερθείς ιερέας Βεργής, που αγωνίσθηκε κατά των Γάλλων για να εμποδίσει την αρπαγή του αγάλματος της Αφροδίτης ήταν λίαν εγγράμματος και ήταν ο καθ' όλα πνευματικός και διοικητικός σύμβουλος της κοινότητος της Μήλου. Επίσης άξιον επισημάνσεως είναι το ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, γνωρίζοντας τις ληστρικές επιχειρήσεις των ξένων αρχαιοκαπήλων και τις πλείστες περιπτώσεις διαρπαγής ελληνικών αρχαιοτήτων, είχε εκδώσει εγκύκλιο που απαγόρευε την εξαγωγή αρχαιοτήτων. Ο Νικόλαος Μουρούζης ήταν άνδρας, που ανήκε στην περίφημη ομώνυμη οικογένεια του Φαναρίου, φιλόπατρις, διαποτισμένος με τα νάματα της Ελληνικής παιδείας και εκτιμούσε την αξία των αρχαίων κειμηλίων της Ελλάδος. Ήθελε να διαφυλάξει στην Κων/πολη το περίφημο άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου, γνωρίζοντας τις αρχαιοκαπηλικές καταδρομές στον Παρθενώνα, στην Αίγινα, στην Φιγάλεια και αλλού, καθώς και τους πανάθλιους τρόπους και μεθόδους των πρακτόρων των ξένων κυβερνήσεων για την απόκτηση ελληνικών αρχαιοτήτων. Μάλιστα στους Μηλίους, που παρά την ηρωική αντίστασή τους, απέτυχαν να διαφυλάξουν το άγαλμα και να το στείλουν στα χέρια του, επέβαλε πρόστιμο, το οποίο πλήρωσε η Γαλλική κυβέρνηση το 1826 με την μεσολάβηση του φιλέλληνα ναυάρχου Δεριγνύ. Η φιλοπατρία του Νικολάου Μουρούζη και η αγάπη του προς το Έθνος τον κατέστησαν ύποπτο στους Οθωμανούς και υπήρξε ένα από τα εξιλαστήρια θύματα του αγώνος του Έθνους. Αποκεφαλίσθηκε μαζί με τον αδελφό του στις 6 Μαΐου 1821.
Το άγαλμα βρέθηκε με τα χέρια του!
Μετά την αιματηρή μάχη των Γάλλων με τους κατοίκους της Μήλου και την αρπαγή του αγάλματος, τούτο μετεφέρθη με το πολεμικό πλοίο «Εσταφέτ» στην Κωνσταντινούπολη. Ο Γάλλος πρεσβευτής και ο Φωβέλ πήγαν βράδυ να το δουν και το αντίκρυσαν υπό το φως πενήντα δάδων που άναψαν με ένα νεύμα του πλοιάρχου. Έμειναν έκπληκτοι και οι δύο από την ωραιότητά του και ο πρεσβευτής το απέστειλε αμέσως στον βασιλέα του, τον Λουδοβίκο ΙΗ᾿, που κι αυτός εξεπλάγη, μόλις είδε το άγαλμα της Αφροδίτης και διέταξε να δοθεί αμέσως στον πρεσβευτή μία γενναία χρηματική δωρεά από το βασιλικό ταμείο και - προσέξτε- έδωσε εντολή να μην γίνει ποτέ καμμιά απόπειρα για την συγκόλληση των χειρών του αγάλματος, από φόβο μήπως βλαφτεί η ωραιότητά του.
Εκείνο λοιπόν τον χρόνο το άγαλμα δεν είχε χέρια. Όμως υπήρχε μια δήλωση του Ντουρβίλ ότι είχε δει το άγαλμα να έχει τα χέρια του. Κατ την δήλωση αυτή την είχε κάνει τον Νοέμβριο του ίδιου έτους (1820) , από έγγραφο που ανέγνωσε στην Ακαδημία του Βαρ στην Τουλώνα, για τις εντυπώσεις του από το ταξίδι του. Αυτές οι πληροφορίες σημειώνονται στο δημοσίευμα της ''ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ'' της 13 Μαρτίου 1929 και προέρχονται από το άρθρο του Αμερικανού καθηγητού Φιλίππου Καρ. Είναι πολύ σημαντικά αυτά που αναφέρει ο εν λόγω Αμερικανός καθηγητής στο άρθρο του αυτό, που αξίζει να αναφερθούν: Το εν λόγω χειρόγραφο (του Ντουρβίλ) είναι κατατεθειμένο (υπ' αριθμ. 3487) στην Βιβλιοθήκη του Γαλλικού Ινστιτούτου, αναγνώσθηκε μάλιστα μπροστά στα μέλη του, το 1913, από τον ποιητή και δραματικό συγγραφέα Ζαν Αικάρ, ο οποίος κατ' επανάληψιν υπεστήριξε ότι τα χέρια του αγάλματος, όταν ανεκαλύφθη, ήσαν επί του αγάλματος, μάλιστα εξέδωσε σχετικά και ένα σύγγραμμα το 1874.
Σύμφωνα με την έγγραφη ανακοίνωση του Ντουρβίλ, όταν είδε αυτός την Αφροδίτη της Μήλου είχε το αριστερό της χέρι τεταμένο προς τα πάνω και κρατούσε ένα μήλο, ενώ το δεξιό χέρι της ήταν προς τα κάτω, σαν να έσφιγγε τις πτυχές του χιτώνα της. Προσέθετε όμως ότι «τώρα-δηλαδή τον Νοέμβριο του 1820- , όταν το άγαλμα βρισκόταν πλέον στο Παρίσι, τα χέρια ακρωτηριάσθηκαν και χωρίσθηκαν από το σώμα». Δεν αναφέρει όμως πώς και πότε χωρίσθηκαν, αλλά η επιμονή του πάνω στο θέμα αυτό είναι πολύ διπλωματική.
Υπάρχει όμως κι άλλη μαρτυρία που επιβεβαιώνει την πληροφορία του Ντουρβίλ ότι το άγαλμα ήταν ακέραιο και είχε και τα δύο του χέρια. Κι αυτή είναι του ίδιου του προξενικού πράκτορα της Γαλλίας στην Μήλο, που είδε το άγαλμα να έχει και τα δύο του χέρια. Ο άλλος αξιωματικός, φίλος του Ντουρβίλ, που είδαν μαζί και οι δύο το άγαλμα, βεβαιώνει με έγγραφό του ότι το άγαλμα είχε μόνο το ένα χέρι του τεταμένο προς τα πάνω. Την δήλωση αυτή την έκανε πολύ αργότερα, το 1858.
Το 1872 ο Ιούλιος Φερρύ, τότε πρεσβευτής της Γαλλίας στην Αθήνα, κατ' εντολήν του Θιέρσου, μετέβη στην Μήλο, όπου συνάντησε τον γιο του Μπρεστ, που είχε αντικαταστήσει τον πατέρα του στο υποπροξενείο του νησιού. Ο Γάλλος πρεσβευτής έκανε επιτόπια έρευνα, από την οποία διαπιστώθηκε ότι το άγαλμα πράγματι είχε τα χέρια του όταν βρέθηκε, αλλά κατά την βίαιη και αιματηρή μεταφορά του στο Γαλλικό πολεμικό σκάφος ακρωτηριάσθηκε. Οι Γάλλοι χρησιμοποίησαν όπλα και τα ίδια τα τηλεβόλα της «Εσταφέτ» εναντίον των Ελλήνων για να αποσπάσουν με την βία το άγαλμα, όπως και έγινε. Η βίαιη συμπλοκή είχε ως αποτέλεσμα να ακρωτηριασθούν τα χέρια της Αφροδίτης και να πέσουν μέσα στον βυθό του λιμανιού (''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'' 13-3-1929, άρθρο Αμερικανού καθηγητού Φιλίππου Καρ, Αρχείο Εφημερίδων της Βουλής).
Πιστεύω ότι οφείλουμε να διεκδικήσουμε από τους Γάλλους την επιστροφή του αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου καθώς και των άλλων κλεμμένων αρχαιοτήτων που βρίσκονται στην Γαλλία. Χρέος μας ο όσο το δυνατόν ταχύς επαναπατρισμός των ελληνικών έργων τέχνης, που αρπάχτηκαν από ξένους αρχαιοκαπήλους και κοσμούν τα ξένα μουσεία.